Autor:Tassilon-Stavros
***********************************************************************************
EMBRUJO JÓNICO
***********************************************************************************
Cuando ya la brisa se tiende sobre la columna tostada de mi isla, se va mi Jónico con una melodía afanosa hacia el ocaso. Es su repetida perpetuidad del azul que se pierde en la música del mundo. ¡Qué voluptuoso linaje multicolor entre densidades púrpuras y cárdenas!... Jónico, rito de Occidente. Espacio medianero entre el filósofo y los astros. Mar de recóndita pureza cuyos secretos parecen desmenuzarse en arenas que nunca mueren. Su historia y su mitología, como alimento prodigioso de las estrellas, vive así ungida de la esencia de países remotos, o de sus siglos de mirada humana, para desceñirse en verdes corredores costeros donde se desnudan sus islas milenarias. Gemas de pureza que el agua inspiró.
*
*
Jónico, cautiverio de Odiseo, plegaria de Ítaca, forjador de la corona de Corfú. Bosque y mar. Anhelo del camino destilado por la piedra entre efluvios remansados de olivos y naranjos, matizado por lejanas convulsiones de multitudinarios cipreses, y atrapado por patios de fruto y olor. Ámbitos de paraíso donde mana la llenura de las manzanas, de los quinotos, y los zarcillos de las parras con sus uvas de cobre... Mi Jónico es río de pasiones titánicas cuyas arenas poseen también el veraz testimonio de la historia. Y la primitiva fastuosidad de sus calladas horas alimentan el menesteroso predio isleño de mis fantasías. Y cuando se unge de las fragancias de la madrugada, ávido de confidencias, llama a los caminantes, o se abre en una inmensa corola de rutas y climas. No importa que los dioses pretendan luego arrastrar la luz de sus vigilias, porque él se queda recogido en tierra de luna, como un jardín consentido que comparte su tono con las rendidas aguas de la vida. Allí, en sus playas sonrientes, mis ensueños se quedan solos y aparte, persiguiendo sus designios secretos. Y abriendo el cáliz de mi palabra, tan sólo se insinúa mi pobreza de poeta, que sin él permanecería dormida.
*
Y soy propicio a sus tiempos de quimeras, a la pletórica marea de antiguas tradiciones con que mece la cuna de mi isla. Sé que de su insigne lecho impenetrable asoman los pórticos consagrados a Circe y Calipso, bullas de hechicería que rompen las olas. Magnolias abiertas entre los azules del mar, curiosas de todo origen. Goces de un perfume nuevo que una vez besaron los labios cansados de Odiseo, hundiendo los recuerdos del héroe en silenciosa cautividad... Jónico ya desdeñé mis anónimos días fugaces, la confusión quejumbrosa de mi pequeñez cotidiana. Y si al buscarte naufragara una noche entre el cabrilleo de las aguas que juegan con la luna, sé que tú acortarías el horizonte de mi salvación llevándome, a hurto de los hombres, hasta alguna de tus playas rasgadas por la trémula suavidad nocturna. Y del morir leal de tus oleajes, reverberantes como luciérnagas, partiría otra vez la balada remota y mitológica de tus siglos, el profundo susurro melancólico de tus ínsulas de las hadas, primigenios teatros de rocas, templos adormilados que pueblan las distancias, que es de donde vienen los encantamientos a posar su sonrisa sobre el náufrago que sueña. Fuerza jubilosa de la palabra, silencio mítico de mis visiones, legendario ceremonial de dioses, titanes y hechiceras.
Όταν το αεράκι κατακάθεται πάνω από τη φρυγανισμένη στήλη του νησιού μου, το Ιόνιό μου φεύγει με μια πολυσύχναστη μελωδία προς το ηλιοβασίλεμα. Είναι η επαναλαμβανόμενη αιωνιότητα του μπλε που χάνεται στη μουσική του κόσμου. Τι πληθωρική πολύχρωμη καταγωγή ανάμεσα σε μωβ και βυσσινί πυκνότητες!... Ιωνική, δυτική ιεροτελεστία. Διαμεσολαβητικός χώρος ανάμεσα στον φιλόσοφο και τα αστέρια. Θάλασσα κρυμμένης αγνότητας που τα μυστικά της μοιάζουν να θρυμματίζονται σε άμμους που δεν πεθαίνουν ποτέ. Η ιστορία και η μυθολογία του, όπως η θαυμάσια τροφή των αστεριών, ζει έτσι χρισμένη από την ουσία των απομακρυσμένων χωρών ή από το ανθρώπινο βλέμμα αιώνων, για να κατέβει σε καταπράσινους παράκτιους διαδρόμους όπου τα αρχαία νησιά του είναι γυμνά. Πολύτιμοι λίθοι αγνότητας που ενέπνευσε το νερό.
Από τη στοά ενός σύννεφου αναδύεται η βιολετί και πορτοκαλί αυγή της φυλής και της γης. Η εμφάνισή του είναι ένα έντονο νήμα στην ευκίνητη κίνηση, όπου η μέρα και η νύχτα έχουν τη μνήμη τους. Αδέσμευτη φωτιά μιας αιματηρής γενεαλογίας που θα κόψει στη συνέχεια τον γαλάζιο πολτό του ουρανού μέχρι να γίνει ένα κυματιστό περίβλημα με λέπια από στρας. Απομάκρυνση κρυμμένων σπλάχνων σε δρεπανόμορφες σφαίρες, που ζουν ανάμεσα στο γρασίδι των νησιωτικών τους πλαγιών, με μια αναστημένη φύση του θρύλου... Ιωνικό, πειθήνιο μονοπάτι από το οποίο οι θεοί φαίνονται ακόμα να περνούν ανάμεσα στη φλεγόμενη και κτητική άκρη του ημέρα. Πυκνή Ελληνική φρεσκάδα όπου περιμένω σαν ζητιάνος, στην ακαταμάχητη διαδρομή του προσκυνήματος μου, την αυθόρμητη ελεημοσύνη της χαράς σου. Είμαι ένας υπηρέτης που εναποθέτει μέσα σου το αφιέρωμα της συμμόρφωσής του και που περιπλανιέται με ειρήνη και μοναξιά μπροστά στο φουσκωμένο και μουρμουρητό μέγεθος σου, παγιδευμένος πάντα από το μυστήριο που ρέει από το τραγούδι σου.m
Ιόνιος, αιχμαλωσία Οδυσσέα, προσευχή Ιθάκης, πλαστογράφος του στέμματος της Κέρκυρας. Δάσος και θάλασσα. Λαχτάρα για το μονοπάτι που αποστάχθηκε από την πέτρα ανάμεσα σε τέλματα από ελιές και πορτοκαλιές, χρωματισμένο από μακρινούς σπασμούς πολυάριθμων κυπαρισσιών και παγιδευμένο από αίθρια φρούτων και μυρωδιών. Περιοχές του παραδείσου όπου ρέει η πληρότητα των μήλων, των κουμ κουάτ και των κληματαριών με τα χάλκινα σταφύλια τους... Το Ιόνιο μου είναι ένα ποτάμι τιτανικών παθών του οποίου η άμμος έχει επίσης την αληθινή μαρτυρία της ιστορίας. Και η πρωτόγονη αίγλη των ωρών της ησυχίας του τροφοδοτεί την άπορη νησιώτικη πλοκή των φαντασιώσεων μου. Και όταν αλείφει τον εαυτό του με τα αρώματα του ξημερώματος, ανυπόμονος για σιγουριά, καλεί τους περιπατητές ή ανοίγεται σε μια απέραντη στεφάνη από διαδρομές και κλίματα. Δεν έχει σημασία που οι θεοί προσπαθούν αργότερα να παρασύρουν το φως των αγρυπνιών του, γιατί παραμένει μαζεμένος στη γη του φεγγαριού, σαν ένας περιποιημένος κήπος που μοιράζεται τον τόνο του με τα υποχωρητικά νερά της ζωής. Εκεί, στις χαμογελαστές παραλίες της, τα όνειρά μου μένουν μόνα και χωριστά, κυνηγώντας τα μυστικά τους σχέδια. Και ανοίγοντας το δισκοπότηρο του λόγου μου, υπαινίσσεται μόνο η φτώχεια του ποιητή μου, που χωρίς αυτήν θα έμενε αδρανής.
Και είμαι ευνοϊκός για τους χρόνους των χίμαιρων της, για την πληθώρα των αρχαίων παραδόσεων με τις οποίες λικνίζεται το λίκνο του νησιού μου. Ξέρω ότι από το περίφημο αδιαπέραστο κρεβάτι του φαίνονται οι στοές αφιερωμένες στην Κίρκη και την Καλυψώ, θόρυβοι μαγείας που σπάνε τα κύματα. Οι μανόλιες ανοίγονται ανάμεσα στα μπλε της θάλασσας, περίεργες κάθε προέλευσης. Απολαύσεις ενός νέου αρώματος που κάποτε φίλησε τα κουρασμένα χείλη του Οδυσσέα, βυθίζοντας τις αναμνήσεις του ήρωα σε σιωπηλή αιχμαλωσία... Ο Ιόνικος περιφρόνησε ήδη τις ανώνυμες φευγαλέες μέρες μου, την παράπονη σύγχυση της καθημερινής μου μικρότητας. Κι αν ψάχνοντας για σένα ναυάγησα μια νύχτα ανάμεσα στους κυματισμούς των νερών που παίζουν με το φεγγάρι, ξέρω ότι θα συντόμυνες τον ορίζοντα της σωτηρίας μου παίρνοντας με, κλέβοντας από τους ανθρώπους, σε μια από τις παραλίες σου που τη σκίζει το τρομερή απαλότητα της νύχτας. Και από τον πιστό θάνατο των κυμάτων σου, που αντηχούν σαν πυγολαμπίδες, θα άρχιζε ξανά η μακρινή και μυθολογική μπαλάντα των αιώνων σου, ο βαθύς μελαγχολικός ψίθυρος των νεραϊδονήσου σου, αρχέγονα θέατρα από βράχους, νυσταγμένοι ναοί που κατοικούν τις αποστάσεις, που είναι εκεί. οι μαγείες έρχονται να βάλουν το χαμόγελό τους στον ναυαγό που ονειρεύεται. Χαρούμενη δύναμη του λόγου, μυθική σιωπή των οραμάτων μου, θρυλική τελετή θεών, τιτάνων και μάγων.